7/19/23

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΜΝΗΜΕΙΑ - ΗΡΩΑ ΠΕΣΟΝΤΩΝ


Είναι ίσως «ευτυχισμένοι οι λαοί που δεν έχουν ιστορία» - έχουν αποφύγει τα δάκρυα, το αίμα, τις θυσίες, ακόμη και τα μίση και τα πάθη που συνοδεύουν τους αγώνες. Αλλά είναι οπωσδήποτε υπερήφανοι όσοι έχουν, όσοι δημιουργούν Ιστορία. Και η περηφάνια αυτή, η αγέρωχη αυτοπεποίθηση, η γελαστή εμπιστοσύνη προς το μέλλον, λάμπει σε κάθε επέτειο στα μάτια αυτών των λαών.

Η εθνική συνείδηση πάλλεται και σφυρηλατείται γενεές επί γενεών, μπροστά στα μνημεία ηρώων, που έχουν την αποστολή να διατηρήσουν την ιστορική μνήμη, να προβάλλουν καθιερωμένες αξίες, να διδάξουν και να φρονηματίσουν εθνικά.

Τα μνημεία αποτελούν μια ορατή, υλική βάση σχηματοποίησης και συντήρησης της μνήμης. Με την υλική τους υπόσταση ως απτά αντικείμενα, λειτουργούν ως οπτικά ερεθίσματα για τη διέγερση της μνήμης, καθ’ όσον οι άνθρωποι αναγνωρίζουν σ’ αυτά όψεις του παρελθόντος, που μπορεί να αναφέρονται ή όχι στη βιωμένη τους εμπειρία, συμβάλλοντας με αυτό τον τρόπο στην επανένταξη της ατομικής μνήμης στη συλλογική.  

Ως ήρωας, στο σύγχρονο κοινωνικό αρχέτυπο, εννοείται κάποιος άντρας ή γυναίκα (ηρωίδα), που κατέχει ικανότητες οι οποίες χαρακτηρίζονται από μεγάλη τόλμη, ακόμη και αυτοθυσία μπροστά στην επιδίωξη ενός υπέρτατου σκοπού και κατά κανόνα  είναι μεγαλύτερες από εκείνες που κατέχει ο μέσος άνθρωπος. Οι δυνάμεις αυτές δεν είναι μόνον σωματικές αλλά και διανοητικές ή ψυχικές. Τον βοηθούν να εκτελέσει ασυνήθιστες και παράτολμες πράξεις (ηρωικές πράξεις) ή αγαθοεργές για τις οποίες γίνεται γνωστός. Ο άνθρωπος δηλαδή, μεταβάλλεται σε ήρωα όταν εκτελέσει μια ασυνήθιστη και αξιέπαινη πράξη. Συνεπώς υπό κανονικές συνθήκες ο ήρωας εκτελεί αυτό που θεωρείται κοινώς αποδεκτά καλό και ευγενές μέσα στα πλαίσια του πολιτισμού που δρα.

Η κοινωνική ανθρωπολογία, αντιμετωπίζοντας το θέμα στην κοινωνιολογική του διάσταση, θεωρεί τον ήρωα ως ανάγκη μιας κοινωνίας ή ενός έθνους που χάνει τα ηθικά και πολιτιστικά του ερείσματα.

Ο ήρωας στην προκειμένη περίπτωση αποτελεί ένα ηθικό πρότυπο για τα νεαρά μέλη μιας κοινωνίας, αλλά και μια εξιλεωτική πράξη για την εγγενή αδυναμία της να αντιμετωπίσει τα πρακτικά της προβλήματα. Ο ήρωας και η δυναμική της ηρωικής πράξης λειτουργεί ως μέσο διδασκαλίας για τις επερχόμενες γενεές.

Έτσι το αμεσότερο μέσο, με το οποίο εκφράζεται η ευγνωμοσύνη και τιμάται ο ήρωας και η ηρωική πράξη από τις επερχόμενες γενεές είναι η μνημόνευση και η ανέγερση μνημείων.

Βασική στόχευση της δημιουργίας αυτών των μνημείων ήταν και παραμένει η έκφραση ευγνωμοσύνης στους ήρωες, αγωνιστές της ελευθερίας, της δικαιοσύνης και άλλων ιδανικών και μαζί η υπενθύμιση προς τους νεότερους για το χρέος που έχουν απέναντι στην πατρίδα, στον πολιτισμό και την ιστορία τους.

Ανατρέχοντας κανείς σε ετυμολογικά λεξικά θα εντοπίσει ότι η λέξη μνημείο παράγεται από το αρχαίο «μνήμα», το οποίο με τη σειρά του προέρχεται από το ρήμα «μιμνήσκω» που σημαίνει «θυμίζω». Άρα η έννοια του μνημείου συνδέεται άρρηκτα με την πράξη της υπενθύμισης. Με τη σειρά της, η λέξη μνήμη αναφέρεται στην ικανότητα του νου να συγκρατεί γεγονότα, παραστάσεις και εμπειρίες του παρελθόντος, αλλά ορίζει συγχρόνως και την ίδια την πράξη της ανάκλησης του συνόλου ή μέρους των βιωμένων καταστάσεων. Εμπεριέχει δηλαδή μια ενεργητική διάσταση που πραγματώνεται με διάφορες μεθόδους. Μια μέθοδος ανάκλησης της μνήμης είναι και η ανέγερση μνημείου, δηλαδή οικοδομήματος, αναθηματικής στήλης, αγάλματος ή οποιασδήποτε άλλης γλυπτής ή αρχιτεκτονικής μορφής.

Ηρώα κατά την αρχαιότητα

 

Ξεκινώντας αφετηριακά από την αρχαιότητα, τα ηρώα ήταν ταφικά μνημεία προσώπων που μετά το θάνατό τους ελάμβαναν ιδιαίτερες τιμές και λατρεύονταν ως ήρωες.  Ενδεικτικά, υπάρχει η αναφορά για το Μνημείο των Επώνυμων Ηρώων που βρισκόταν στην Αρχαία Αγορά της Αθήνας, παραπλεύρως στο Μητρώο (παλαιό Βουλευτήριο). Ήταν μαρμάρινη εξέδρα, στην οποία φέρονταν τα χάλκινα αγάλματα των δέκα ηρώων που αναπαριστούσαν τις φυλές της Αθήνας. Ήταν ένα σημαντικό πληροφοριακό κέντρο για τους αρχαίους Αθηναίους, και χρησιμοποιούνταν ως μνημείο όπου δημοσιευόταν τα «λευκώματα» (βαμμένες λευκές ξύλινες σανίδες) στα οποία αναγραφόταν οι προτεινόμενοι νόμοι, διατάγματα και αποφάσεις. Η κατασκευή του μνημείου ανάγεται στο β΄ μισό του 4ου αιώνα π.Χ. (γύρω στο 330 π.Χ.). Υπάρχουν ενδείξεις πως αρχικά το μνημείο αυτό βρισκόταν σε άλλη θέση, στο δυτικό άκρο της Μεσαίας Στοάς. Ο χώρος καταστράφηκε κατά την επιδρομή του Σύλλα το 86 π.Χ. και επανακατασκευάστηκε από τα ρωμαϊκά στρατεύματα, με ακανόνιστο όμως τρόπο.

 

Ηρώα κατά την νεοελληνική εποχή

Η ιστορία του νεοελληνικού Ηρώου αρχίζει με το H΄ ψήφισμα της Δ΄ Εθνοσυνέλευσης στο Άργος, το 1829, όπου αποφασίστηκε η ίδρυση Πανελληνίου Ηρώου και μνημείων για τους Φιλέλληνες, ενώ όσο περνούσαν τα χρόνια, οι νεότεροι αγώνες του Ελληνισμού πλούτισαν την ελληνική γη με νέα γλυπτά σύμβολα. Ο γλύπτης Γεώργιος Μπονάνος, του οποίου η πρόταση για εθνικό ηρώο έφτασε σε τελικό στάδιο επιλογής, σε επιστολή του προς την Κεντρική Επιτροπή διατυπώνει με σαφήνεια τον ορισμό του εθνικού μνημείου: «…Το μνημείον θέλω να ειπώ το εθνικόν δεν είναι άλλο τι παρά το σχολείον του λαού, όστις προσέρχεται και μανθάνει άνευ βιβλίου την ιστορίαν της πατρίδος, είναι εν άλλοις λόγοις η ζωντανή Ιστορία διότι δια των γεγλυμμένων έργων πιστοποιούσι τα όσα αναφέρουσιν οι ιστορικοί συγγραφείς. Το μνημείον εν ενί λόγω είναι ο διαιωνισμός και η αθανασία της Πατρίδος… Αι περιστάσεις και τα διάφορα ιστορικά γεγονότα γεινούν τον καλλιτέχνην, όστις δια των έργων γείνεται ο μεθερμηνευτής των όλων. Δεν γίνονται ποτέ κατά παραγγελίαν. Τα υπαγορεύει το αίσθημα του δικαίου η ορθή κρίσις και ο ώριμος νους. Είναι ούτως ειπείν το σάβανον και εν ταυτώ η Σημαία της Αναστάσεως εκάστου έθνους…».   

Στο πλαίσιο του εορτασμού της Εκατονταετηρίδας της Ανεξαρτησίας του Ελληνικού Έθνους (1930), δόθηκε το σύνθημα κάθε πόλη και χωριό να αποκτήσει μνημείο, έκφραση ευγνωμοσύνης στους αγωνιστές της ελευθερίας και μαζί υπενθύμιση στους νεότερους του χρέους που έχουν απέναντι στην πατρίδα. Ο ηρωικός θάνατος στη μάχη ήταν επιθυμητός καθώς το αντικείμενο του πόθου δεν ήταν η ένωση με το Θεό, όπως στους χριστιανικούς διωγμούς, αλλά η ένωση με την ιδέα της Πατρίδας και του Έθνους.

Συνήθως τα μνημεία αυτά είναι απλά, σε μορφή στήλης, με κάποια διακοσμητικά θέματα και πολλά ονόματα πεσόντων, αν και η ιστορική τους αξία είναι μεγάλη καθώς φωτίζουν την ιδεολογία της εποχής.  Από την άλλη μεριά, αν και τα μνημεία που νοηματοδοτούν συμβολικά το τοπίο της πόλης, παράγονται συνήθως από την κυρίαρχη τάξη ως ένα μέσον επιβολής της ιδεολογίας της, τα κοινωνικά υποκείμενα δε συντάσσονται πάντα με τις επιταγές των κυρίαρχων, εγείροντας έντονες συζητήσεις και συγκρούσεις. Έτσι, το τοπίο της πόλης δεν μπορεί να ειδωθεί ως κάτι σταθερό και αναλλοίωτο, αλλά ως κάτι ενεργό που διαρκώς μετασχηματίζεται. Ολόκληρες ομάδες και τάξεις μπορούν να διαμορφώσουν μία ιδιαίτερη σχέση με χώρους προορισμένους για άλλη χρήση, να παραβούν τις αξίες που τους συνοδεύουν και να οικοδομήσουν δικούς τους εσωτερικούς κώδικες, παραβιάζοντας τους επιβεβλημένους. Με άλλα λόγια, τα δημόσια μνημεία μπορούν να ειδωθούν μόνο ως εύκαιρα σύμβολα, τα οποία αντιπροσωπεύουν τις αξίες και τα ιδανικά της κοινωνίας που τα δημιούργησε, αλλά που το νόημα και η αξία τους γνωρίζει ανακατατάξεις διαχρονικά, εφόσον και οι ίδιες οι κοινωνίες μεταβάλλονται και εξελίσσονται στη διάρκεια των χρόνων.    

 

Τα μνημεία ηρώων του νομού Τρικάλων

 

Η έρευνα καταγραφής και μελέτης των μνημείων ηρώων του νομού Τρικάλων πραγματοποιήθηκε από τον Φεβρουάριο έως τον Ιούλιο του 2023. Εντοπίστηκαν, φωτογραφήθηκαν, καταγράφηκαν και μελετήθηκαν όλα τα μνημεία της εδαφικής περιφέρειας του νομού Τρικάλων, από μικρούς οικισμούς, κοινότητες, πόλεις, συνοικίες ως τις πρωτεύουσες, όλων των Περιφερειακών Ενοτήτων, των τεσσάρων δήμων (Τρικκαίων, Μετεώρων, Πύλης και Φαρκαδώνας).

Στην μελέτη περιγράφονται οι έννοιες μνημείο-μνήμη-ταυτότητα και αναλύεται η μεταξύ τους σχέση. Παράλληλα γίνεται αναφορά στους ποικίλους συμβολισμούς και τα νοήματα που αποδίδονται στα μνημεία, αλλά και στην αναγκαιότητα ενίσχυσης του εκπαιδευτικού ρόλου της δημόσιας γλυπτικής ενός τόπου, με σκοπό να κεντρίσει το ενδιαφέρον των κατοίκων του για την τοπική ιστορία.

Με την μελέτη αυτή δίνεται η δυνατότητα να διερευνηθούν όλα εκείνα τα στοιχεία που δημιούργησαν την ανάγκη ανέγερσή τους και να εξαχθούν συμπεράσματα, όπως, σε ποιο βαθμό η δημόσια γλυπτική ενός τόπου συνδέεται με τη διατήρηση συλλογικής ιστορικής μνήμης των σημερινών κατοίκων της, αλλά και με ποιον τρόπο θα μπορούσε να συμβάλει η ίδια στην καλλιέργεια του ενδιαφέροντός τους για την τοπική ιστορία;

Την διερεύνηση δηλαδή, της σύνδεσης μνημείου-μνήμης-τοπικής ιστορίας.

Άλλωστε, μια πραγματική εκφρασμένη δημόσια τέχνη οφείλει να ανοίγει μια διαδικασία ανοικτού διαλόγου με το κοινό, όχι ως ένα στατικό και άψυχο αντικείμενο, αλλά ως ένα ζωντανό φορέα μνήμης και σύνδεσης με το παρελθόν και ταυτόχρονα ως κομμάτι της καθημερινής ζωής των ανθρώπων.

Η οριακή σύνδεση μνημείου-μνήμης-τοπικής ιστορίας επιβεβαιώνει τη θεωρία ότι η διέγερση της μνήμης δεν είναι μια διαδικασία που προκαλείται αυτόματα από την παρουσία ενός μνημείου στο χώρο. Η ανάγκη να θυμόμαστε το παρελθόν και την ιστορία του τόπου εξαρτάται συχνά και από τις αντίστοιχες προθέσεις της ανθρώπινης κοινότητας. Χωρίς, δηλαδή, την πολιτική και ατομική βούληση για ενεργοποίηση της μνήμης τα μνημεία παραμένουν γυμνά νοηματικού περιεχομένου, εγκαταλείπονται στη φυσική και συμβολική φθορά της λήθης. Και εδώ, ακριβώς, έγκειται η αναγκαιότητα ανάδειξης και αξιοποίησης των δημόσιων μνημείων.

Η ανάγκη των ανθρώπων να παρηγορηθούν και να συμφιλιωθούν με την ιδέα της απώλειας αγαπημένων προσώπων, υποβοηθείται από τις πιο παραδοσιακές μνημειακές μορφές που προσαρμόζουν συχνά στη θεματολογία τους και θρησκευτικά σύμβολα ή μοτίβα

Σύμφωνα με αυτή την άποψη, η οποία τονίζει την ψυχολογική λειτουργία των μνημείων ως μέσων συναισθηματικής κάθαρσης, το μνημείο επιτελεί πιο εύκολα αυτό το σκοπό όταν χρησιμοποιεί οικείους εκφραστικούς τρόπους. Με άλλα λόγια, η εναρμόνιση της δημόσιας τέχνης μέσα σε ένα συγκεκριμένο χώρο εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό και από το κοινό. Είναι σημαντικό να μην νιώθουν οι άνθρωποι ότι κάτι επιβλήθηκε στο χώρο τους χωρίς σκέψη, χωρίς να ακουστούν οι δικές τους ανάγκες.

Τα υπαίθρια γλυπτά αποτελούν «σήματα» μιας πόλης και μάρτυρες της ιστορικής διαδρομής ενός τόπου.

Το ηρώο λοιπόν, είναι το μνημείο που συνήθως αφιερώνεται στους πεσόντες πολέμου, αλλά και επίσης σε θύματα πολέμων και εμφυλίων πολέμων. Με την ευρύτερη έννοια του όρου, ηρώο θεωρείται και ένα μνημείο όπου μνημονεύονται (μόνο ή και εκτός από τους πεσόντες) εκτελεσθέντες στην περίοδο στην οποία είναι αφιερωμένο το ηρώο, όπως και θύματα γενοκτονιών.

Στις πόλεις, υπάρχουν ηρώα που αποτελούν τα γενικά μνημεία για τους πεσόντες ή ήρωες πολέμου, και ηρώα αφιερωμένα σε συγκεκριμένους πολέμους, περιόδους ή ιστορικά γεγονότα. Στο χώρο του ηρώου, που θεωρείται το κενοτάφιο των πεσόντων, αποδίδεται σεβασμός και γίνονται τελετές μνήμης και απότισης φόρου τιμής στους νεκρούς.

Ηρώα επίσης ανεγείρονται και εκτός πόλεων, συνήθως κοντά ή στα πεδία μαχών ή θέατρα των γεγονότων που μνημονεύουν.

Υπάρχουν επίσης ηρώα αφιερωμένα σε ένα άτομο, που εξαίρουν την ανδρεία και τη συμβολή τους σε αγώνες του έθνους, αλλά και σε όλους όσους έχασαν τη ζωή τους εν καιρώ ειρήνης σε εντεταλμένη αποστολή για την πατρίδα.

Ως εκ τούτου εκτός από την συγκεκριμένη κατηγορία των μνημείων-ηρώων για τους νεκρούς οπλίτες, στην μελέτη συμπεριλαμβάνονται και ανδριάντες, προτομές και κάθε είδους τιμητικά μνημεία για εθνικούς ευεργέτες, φιλέλληνες, πολιτικούς κ.α.

Η απόδοση τιμών προς τους ήρωες, τους ευεργέτες και τα πρόσωπα που με την προσφορά τους ωφέλησαν την κοινωνία, το έθνος και ορισμένες φορές τον κόσμο ολόκληρο, σε κάθε τόπο, γίνεται με μια καθοριζόμενη διαδικασία αξιολόγησης του ηρωισμού ή της προσφοράς τους, από την τοπική αυτοδιοίκηση, η οποία εκφράζει τη συλλογική συνείδηση των πολιτών.

Εκείνο που έχει μεγάλη σημασία και αξία είναι η ωφελιμότητα των πράξεων και των προσφορών, των τιμώμενων και όχι η καταγωγή τους. Γι’ αυτό άλλωστε κατά καιρούς ανάλογες τιμές έχουν αποδοθεί και σε ξένους, φιλέλληνες, που βοήθησαν ή αγωνίστηκαν για τον τόπο αυτό.

Η διαχρονικότητα της ποιότητας, έχει αξία, η οποία εξασφαλίζεται από το ολικό άθροισμα της ποιότητας των ανθρώπων και των έργων τους, σε μια εποχή, με κατεύθυνση στην αειφορία των  χωριών και των πόλεων προς το διηνεκές.

Απαιτείται να είναι γνωστά τα ιστορικά στοιχεία και να κρίνονται με αυστηρά κριτήρια διότι πέρα από την τιμή που γίνεται στα τιμώμενα πρόσωπα, αποτελεί και έμμεσα μία παρότρυνση προς παραδειγματισμό.

Για την ανέγερση μνημείων σε δημόσιο χώρο αρμόδια είναι τα δημοτικά και κοινοτικά συμβούλια σύμφωνα με το άρθρο 12 του ΠΔ 323/ 89.

 

Τα ηρώα πεσόντων στα χωριά του Νομού Τρικάλων

Στα χωριά του νομού Τρικάλων, στη συντριπτική τους πλειονότητα, υπάρχει ένα μόνο ηρώο, το οποίο αποτελεί το επίκεντρο των εορταστικών εκδηλώσεων, εθνικών εορτών και επετείων, με κατάθεση στεφάνων και λουλουδιών, με απαγγελίες ποιημάτων και με λόγους.

Τα ηρώα συνήθως είναι τοποθετημένα είτε σε κεντρικό σημείο του χωριού ή κοντά στα σημαντικά κτήρια της πολιτικής και θρησκευτικής ζωής, και της ιστορίας του τόπου, όπως στην κεντρική πλατεία, στον περίβολο του κοινοτικού καταστήματος, της εκκλησίας ή του δημοτικού σχολείου.

Η πρακτική της ανέγερσης ηρώων ακολουθεί τη συνήθεια να αναγείρεται στήλη ή πλάκα ή γλυπτό σύμπλεγμα σε καίρια σημεία του χωριού.

Τα υλικά κατασκευής και η μορφή των ηρώων ποικίλουν. Συνήθως είναι φτιαγμένα από μάρμαρο ή άλλου είδους παρόμοιο σκληρό πέτρωμα, ενώ το μνημείο μπορεί να ενσωματώνει (ή σε κάποιες περιπτώσεις να αποτελείται μόνο από) μεταλλική πλάκα. Οι πιο συνηθισμένες μορφές είναι μαρμάρινη στήλη με βάση, ή μαρμάρινη πλάκα με βάση. Στην στήλη, στην πλάκα ή στη βάση του ηρώου συνήθως αναγράφονται τα ονόματα των πεσόντων, ενώ συχνές είναι και οι εγχαράξεις, τα ανάγλυφα και τα ολόγλυφα στοιχεία είτε με σύμβολα πολεμικά είτε με επιγραφές. Τις στήλες συχνά στεφανώνουν μαρμάρινα ή μεταλλικά, εγχάρακτα ή ανάγλυφα στεφάνια, σταυροί, διάφορες παραστάσεις ή άλλα σύμβολα, ανάλογα με το γεγονός -πρόσωπα στο οποίο είναι αφιερωμένο το ηρώο.

Από τα πιο χαρακτηριστικά στοιχεία, που συνηθίζεται να αποτελεί συχνά συνθετικό μέρος των μνημείων, είναι ο ιστός με την ελληνική σημαία. Το ιερότερο σύμβολο του έθνους περικλείει στις πτυχές της τους αγώνες, τις θυσίες και τις μαρτυρίες της Ελληνικής ψυχής και εκφράζει την εθνική ενότητα, τη θρησκευτική πίστη ενσαρκώνοντας τα οράματα του λαού για Ελευθερία και Δημοκρατία.

Επίσης ένα άλλο στοιχείο που χρησιμοποιείται συχνά ως συνθετικό των μνημείων, είναι το κυπαρίσσι, που συνδέεται με τον πόνο, την λύπη και την θλίψη και θεωρείται ότι συνδέει τη γη με τον ουρανό. Όμως το κυπαρίσσι λόγω του ότι διατηρεί το σκούρο πράσινο χρώμα του φυλλώματός του, έχει συνδεθεί με το θάνατο αλλά και την αθανασία.

«Εξαίρεση,

το κυπαρίσσι:

μόνο αυτό

διψά για ουρανό,

μόνο αυτό

μάχεται να ξεφύγει.

Όλα τα άλλα

ερωτοτροπούνε με τη γη»

(Χρήστος Λάσκαρης, «Το κυπαρίσσι»).

 

Συντήρηση

Το θέμα της συντήρησης κι αποκατάστασης των μνημείων θα πρέπει να αντιμετωπισθεί θεσμικά, με προνοητικότητα, με υπευθυνότητα και επιστημοσύνη.

Η συντήρηση έχει ως στόχο την διατήρηση των μνημείων στην αρχική τους μορφή, με εξειδικευμένες εργασίες, έτσι ώστε να επιβραδυνθεί η φθορά τους, από την επίδραση του χρόνου και των περιβαλλοντικών συνθηκών.

Η ιστορική συνείδηση σήμερα απαιτεί τον σεβασμό στην αυθεντικότητα των τεκμηρίων του παρελθόντος.

Η πολιτιστική κληρονομιά αποτελεί μια μη ανανεώσιμη πηγή. Κάθε μνημείο και αντικείμενο φέρει το δικό του προσωπικό μήνυμα από τον δημιουργό του και συνεπώς επιβάλλεται να μην αλλάζει τόσο η αυθεντική δομή του όσο και η εμφάνιση του και πάνω απ’ όλα να μην αντικαθίστανται αυθαίρετα και να καταστρέφεται με τη λογική της παλαίωσής του.

Τα μνημεία - ήρωα λοιπόν, των χωριών του νομού Τρικάλων έχουν να μας διηγηθούν μία ιστορία, είτε διακρίνονται είτε όχι, από την αρχιτεκτονική και καλλιτεχνική αξία τους, είτε έχουν την αίγλη και την ιερότητα της αρχαίας εποχής είτε όχι, αποτελούν όμως το επίκεντρο της εκδήλωσης της εθνικής και τοπικής ταυτότητας του τοπικού πληθυσμού, και αποτελούν «ιερές» τοποθεσίες μνήμης, και συχνά συμβολισμού της ιστορικής συνείδησης του πληθυσμού, και αντικείμενο περηφάνιας.

Συμπερασματικά, θα υπογραμμίζαμε ότι η αξιοποίηση ενός μνημείου μιας περιοχής ενταγμένου στα πλαίσια της διδακτικής της τοπικής ιστορίας, η οποία θα προωθείται μέσα από μορφές οργανωτικής υποστήριξης, δύναται να συμβάλει στην καλλιέργεια ιστορικής συνείδησης και κρίσης των κατοίκων της. Αποκτώντας κανείς επίγνωση της ιστορικότητάς του, σημαίνει ότι θα μπορεί να αντιλαμβάνεται πως το παρόν είναι αποτέλεσμα των διαδικασιών του παρελθόντος και αφετηρία των εξελίξεων του μέλλοντος και πως η έκβαση του αύριο εξαρτάται και από τη δική του συνειδητή και υπεύθυνη στάση.

Με την ελπίδα να έχει εμφιλοχωρήσει στις σελίδες αυτού του βιβλίου το ουσιώδες και η α-λήθεια της μνήμης, που νικάει τον θάνατο, εύχομαι το έργο αυτό να προκαλέσει έμπνευση και δημιουργικό ενδιαφέρον για τις νεότερες γενιές.

Δημήτρης Τσιγάρας

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου